Ακόμα κι όσοι ονειρεύονται μια Θεσσαλονίκη με σοβαρή αναλογία πρασίνου έναντι του τσιμέντου δεν είναι έτοιμοι να αποδεχτούν ρηξικέλευθες λύσεις ή να κάνουν παραχωρήσεις για να γίνει πραγματικότητα το όνειρό τους
Πέρασαν δεκαετίες προτού γίνει κυρίαρχο ζήτημα στη δημόσια συζήτηση στη Θεσσαλονίκη η ανάγκη για περισσότερο και ποιοτικότερο πράσινο.
Χρειάστηκε η διαρκής παράθεση στοιχείων από όσους επισημαίνουν εδώ και δεκαετίες το πρόβλημα της έλλειψης πρασίνου για να φτάσουμε σε Αυτοδιοίκηση που ενεργεί ώστε να ανατραπούν κατεστημένες νοοτροπίες και σε κεντρική διοίκηση που έχει σε μια κάποια υψηλή προτεραιότητα το θέμα της αύξησης του πρασίνου.
Είναι αυτό που τα τελευταία χρόνια έγινε μόδα με τη λέξη βιωσιμότητα και με άλλες εύηχες λέξεις. Η ουσία πάντως παραμένει και είναι η ανάγκη για αύξηση του ποσοστού πρασίνου στο ευρύτερο πολεοδομικό συγκρότημα Θεσσαλονίκης.
Το ζητούμενο αυτό, το οποίο διαχρονικά δεν υπηρέτησε σχεδόν καμιά πολιτική, παραμένει επίκαιρο, αν και πλέον, τα τελευταία χρόνια, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι βήματα γίνονται και μάλιστα ικανοποιητικά σε σχέση με το παρελθόν. Μπορεί να διορθωθεί η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί; Ως έναν βαθμό ναι. Ως προς τον βαθμό που προσδοκούν όσοι προσβλέπουν σε μια πράσινη Θεσσαλονίκη πιθανότατα όχι.
Κι αυτό είναι κάτι που πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε όλοι. Να βελτιωθεί η κατάσταση με το πράσινο μπορεί. Να γίνει η Θεσσαλονίκη πράσινη πόλη δεν μπορεί. Και δεν μπορεί, διότι οι πρακτικές του παρελθόντος δημιούργησαν τετελεσμένα. Θυμίζω μόνο ότι μέχρι πρόσφατα όλοι οι δήμοι επιδίδονταν σε έναν αγώνα δρόμου για να εντάξουν νέες εκτάσεις στα σχέδια πόλης, να τις ανοικοδομήσουν και να επεκταθούν έναντι του πρασίνου. Μπορεί να φρόντισαν ορισμένοι να διαμορφωθούν οι επεκτάσεις ή οι νέες πόλεις με έναν πιο βιώσιμο τρόπο και με περισσότερο πράσινο, αλλά το τσιμέντο κυριαρχεί θέλοντας και μη, αφού αυτός είναι και ο στόχος.
Συνεπώς, να χτίζουμε κάθε γωνιά και μετά να ζητάμε πάρκα και πράσινο είναι κάπως υποκριτικό. Υπάρχει η ισορροπία, που τα τελευταία χρόνια επαναλαμβάνω γίνεται προσπάθεια να επιτευχθεί, και πρέπει να τη βρουν όλοι μαζί οι αρμόδιοι. Διότι πέραν του πρασίνου υπάρχει και η οικονομική (οικοδομική) δραστηριότητα, υπάρχει και η οικιστική ανάπτυξη (στεγαστικό), υπάρχει και η προσέλκυση πληθυσμού και επενδύσεων...
Μπορεί να βρεθεί η χρυσή τομή σε αντικρουόμενες κατά βάση πολιτικές; Πιθανώς ναι, πιθανώς όχι. Χρειάζεται όμως μια συνολική πολιτική για τη Θεσσαλονίκη κι αυτή δεν μπορεί να τη σχεδιάσει κανένας από τους υφιστάμενους φορείς, δεν μπορεί να τη σχεδιάσει η κεντρική διοίκηση και φυσικά επί του παρόντος δεν μπορεί να την εφαρμόσει κανείς.
Τι συνιστά πρόοδο και τι στασιμότητα είναι ζήτημα οπτικής. Από τη στιγμή όμως που αναγνωρίζεται ως σημαντικό θέμα η έλλειψη πρασίνου, θα επικεντρωθώ σε αυτό το ζήτημα και την προοπτική του βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα.
Σήμερα έχουμε σημαντικά πρότζεκτ αύξησης του πρασίνου σε όλο το πολεοδομικό συγκρότημα. Πρώτον έχουμε το Μητροπολιτικό Πάρκο Παύλου Μελά, όπου ελπίζουμε (βάσιμα πια) ότι το επόμενο καλοκαίρι θα έχει διαμορφωθεί ο νέος εμβληματικός χώρος πρασίνου της δυτικής Θεσσαλονίκης. Στην ίδια περιοχή έχουμε άλλο ένα σημαντικό έργο αύξησης και βελτίωσης της ποιότητας του πρασίνου με την επέκταση του Σέιχ Σου μέχρι το περιβαλλοντικό πάρκο Δερβενίου, δηλαδή με την προσθήκη μιας μεγάλη έκτασης ως πράσινης πάνω από την Ευκαρπία, που καλύπτει όλη τη δυτική Θεσσαλονίκη. Στο κέντρο της πόλης, ο νέος σχεδιασμός για την ανάπλαση της ΔΕΘ προσθέτει άλλον έναν μεγάλο χώρο πρασίνου στον πυκνοδομημένο αστικό ιστό.
Αυτά τα τρία πρότζεκτ συνιστούν μια σημαντική παρέμβαση υπέρ της διόρθωσης της αναλογίας του πρασίνου στο πολεοδομικό συγκρότημα. Είναι αρκετά; Επαναλαμβάνω ότι είναι ζήτημα οπτικής. Εκείνο που σίγουρα επιτυγχάνεται είναι ότι βελτιώνεται το πράσινο και η αναλογία του στο πολεοδομικό συγκρότημα. Τονίζω επίσης ότι με αυτά και με κάποια μικρότερα έργα (νέα πάρκα, αναπλάσεις με επίκεντρο την προσθήκη πρασίνου κτλ. σε όλους τους δήμους) η Θεσσαλονίκη θα απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί πράσινη ή υπόδειγμα βιωσιμότητας, αλλά σίγουρα θα έχει βελτιωθεί όχι σε πολλά χρόνια από σήμερα.
Αυτό είναι ένας αγαθός σκοπός κι ένας ευγενής στόχος, που πρέπει να τον παλέψουμε και να τον παλεύουμε στο διηνεκές ως τοπική κοινωνία, αλλά πρέπει ταυτόχρονα να αντιλαμβανόμαστε τον βαθμό της ουτοπίας όταν προσδοκούμε μια πράσινη πόλη. Αν δεν θέλουμε να είναι ουτοπική αυτή η διάσταση χρειαζόμαστε πολύ πιο ριζικές παρεμβάσεις. Τόσο στις πολιτικές στο εξής σε τοπικό και κεντρικό επίπεδο, όσο και στην πράξη, ώστε να ανατραπούν τα τετελεσμένα.
Και γι' αυτό δεν είναι κανένας έτοιμος. Κι ας αποτελεί ζήτημα δεκαετιών. Κι ας έχουν γίνει ακόμα και μελέτες και προτάσεις πολύ πολύ παλιά πλέον. Θα θυμίσω ότι ο προβληματισμός αυτός περί αύξησης του πρασίνου και τρόπων επίτευξής του είχε κάποτε φτάσει σε κάτι που ήθελαν όλοι να ξεχάσουν την ίδια μέρα με εκείνη που ανακοινώθηκε. Το γκρέμισμα ολόκληρων οικοδομικών τετραγώνων όπου επικρατούν πολύ υποβαθμισμένες συνθήκες καθημερινότητας και ζωής, ώστε να γίνουν πράσινοι χώροι. Μόνο επανάσταση δεν έγινε στο άκουσμα μιας τέτοιας προοπτικής... Δείγμα του τι είμαστε έτοιμοι ως τοπική κοινωνία να παραχωρήσουμε για να πετύχουμε το μείζον, που δεν είναι άλλο από την αύξηση του πρασίνου, από μια καλύτερη ποιότητα ζωής, από μια πιο βιώσιμη και ανθρώπινη πόλη. Και προσοχή: η πρόταση αφορούσε σε υποβαθμισμένα οικοδομικά τετράγωνα του πυκνοδομημένου ιστού, με πολυκατοικίες που έφαγαν τα χρόνια ζωής τους, με τον κίνδυνο σε περίπτωση μεγάλου σεισμού να πέσουν, με απουσία πρασίνου πέραν μερικών θάμνων και δένδρων στα πεζοδρόμια... Και για εκείνους που ανησυχούσαν για τη στεγαστική αποκατάσταση των ενοίκων και για τις ιδιοκτησίες, υπήρχε πρόταση για μετεγκατάσταση στις παρυφές του πολεοδομικού συγκροτήματος. Μια κοστολογημένη και πιθανώς εφικτή πρόταση.
Σε κάθε περίπτωση η τοπική κοινωνία όχι μόνο έδειξε ανέτοιμη για τέτοιες λύσεις, αλλά ούτε καν μπήκε στον δημόσιο διάλογο μια τέτοια προοπτική. Γι' αυτό φρόντισαν βεβαίως και οι αυτοδιοικητικοί και οι πολιτικοί και οι εκπρόσωποι των φορέων. Είναι πολύ εύηχο να κραυγάζεις υπέρ της αύξησης του πρασίνου, αλλά όταν σου υποδεικνύουν ρηξικέλευθες και άβολες λύσεις, δεν είσαι έτοιμος να τις ακούσεις καν.
Αυτή είναι η συνθήκη στην οποία καλούμαστε να ζήσουμε στη Θεσσαλονίκη και με αυτή τη συνθήκη θα πρέπει να προσαρμοστούμε και να προσαρμόσουμε τις επιδιώξεις μας. Και η τοπική κοινωνία και όσοι έχουν αποφασιστικές αρμοδιότητες. Άρα η στόχευση στη δημιουργία -όπου είναι εφικτό- κάποιων σημαντικών πυρήνων πρασίνου, σε συνδυασμό με μικρότερα τοπικού χαρακτήρα έργα πρασίνου, είναι μια πολιτική εφαρμόσιμη, που γίνεται σήμερα πράξη και τα αποτελέσματά της θα τα δούμε σε λίγα χρόνια. Η πόλη πρασινίζει, αλλά πράσινη δεν θα γίνει. Επώδυνος ή μη συμβιβασμός, αλλά συνάμα και ρεαλιστική προσέγγιση της επόμενης μέρας της Θεσσαλονίκης. Δεν θα μας απαγορεύσει (όσους ονειρευόμαστε ένα πιο πράσινο μέλλον) κανείς το όνειρο, αλλά πάντα θα ευχόμαστε να ξυπνήσουμε (σε ένα καλύτερο περιβάλλον κι ας μην είναι το τέλειο)...
ΤΑΣΟΣ ΤΑΣΙΟΥΛΑΣ
VORIA.GR
#ΘεσσαλονιKΗ #ΔΕΝΔΡΑ #ΦΥΤΕΥΣΕΙΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου